Discover«Να ένα βιβλίο!», με τον Κώστα Κατσουλάρη
«Να ένα βιβλίο!», με τον Κώστα Κατσουλάρη

«Να ένα βιβλίο!», με τον Κώστα Κατσουλάρη

Author: pod.gr

Subscribed: 379Played: 6,309
Share

Description

Ο συγγραφέας και κριτικός βιβλίων Κώστας Κατσουλάρης, επιλέγει βιβλία που ξεχώρισε, διαβάζει αποσπάσματά τους και μοιράζεται σκέψεις και εντυπώσεις που του άφησαν.
138 Episodes
Reverse
Σ΄αυτό το podcast ο συγγραφέας και κριτικός βιβλίων Κώστας Κατσουλάρης μοιράζεται τις σκέψεις του για τρία καλά σύγχρονα μυθιστορήματα, που σχετίζονται άμεσα με πρόσωπα και γεγονότα αυτού του καλοκαιριού. Οι συγγραφείς τους και το θέμα τους: Βασίλης Γκουρογιάννης και η εισβολή στην Κύπρο, Τζέιμς Βαν και η φτωχή λευκή Αμερική, Τζον Μάξγουελ Κουτσί και τα απαρτχάιντ του κόσμου τούτου. Βιβλία για την παραλία; Όχι, ακριβώς. Βιβλία για το καλοκαίρι; Φυσικά.
Η διαμάχη γύρω από τον σεξισμό σε βιβλία του Μ. Καραγάτση, ή για τα κριτήρια με τα οποία ζυγίζεται διαχρονικά η αξία ενός συγγραφέα, κινητοποίησε πολλούς επειδή ακριβώς δεν αφορούσε την αξία ενός βιβλίου ή ενός συγγραφέα, αλλά τις αξίες, τις ευαισθησίες και τις πεποιθήσεις μας ως πολίτες. Κι έκανε προφανές κάτι που ήδη γνωρίζουμε: ότι έχει ξεκινήσει ένας σκληρός πολιτισμικός πόλεμος, που παίρνει διάφορες μορφές και που συνοψίζεται στο εξής: Ποιος δικαιούται να ομιλεί και ποιος δικαιούται να είναι ορατός; Και ποιος το αποφασίζει;
Ένα μοναδικό στο είδος του βιβλίο από το οποίο, παρότι απευθύνεται προνομιακά στους ανθρώπους της γραφής, ο αναγνώστης θα αντλήσει μεγάλη απόλαυση, και ίσως βρει εδώ, με αφορμή τη γραφή, λίγη από τη σοφία των Μεγάλων. Είναι ένας μοναδικός αστερισμός που παίρνει το σχήμα που του δίνει ο καθένας μας, κι ακόμη κι αν δεν μας βοηθήσει να βρούμε τον δρόμο μας, στη γραφή ή στη ζωή, θα μας δώσει όλο το κουράγιο που χρειάζεται για να μην τον χάσουμε.
Κινδυνεύουν οι σύγχρονες δημοκρατίες; Πώς θα είναι σε 25 χρόνια από τώρα; Γιατί όλο και λιγότεροι άνθρωποι νιώθουν ότι η δημοκρατία δίνει λύσεις στα προβλήματά τους; Τι πρέπει να αλλάξει, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη; Τέτοια και άλλα πολλά ερωτήματα γεννά η ανάγνωση του νέου βιβλίου του κοινωνιολόγου Γιώργου Σιακαντάρη, ενώ ταυτόχρονα επιχειρούνται ορισμένες απαντήσεις και λύσεις. «Τελικά, ο βαθμός κατάκτησης της ελευθερίας, της ισότητας και της ευημερίας του ατόμου είναι το κριτήριο για την αξιολόγηση του κάθε πολιτισμού».
«Παιδιά που μεγαλώνουν κλεισμένα στα δωμάτιά τους. Ακούν μουσική με ακουστικά, συνθέτουν beats στον υπολογιστή και γράφουν μπάρες στα τετράδιά τους. Έχουν για οικογένεια τους φίλους τους και ζουν τη ζωή τους online». Και βέβαια, πανταχού παρούσα, η πόλη, που στην περίπτωση της μεγαλωμένης στην Τούμπα Σοφίας Νικολαΐδου δεν είναι άλλη από τη Θεσσαλονίκη, τη Σαλονίκη, τη Σαλούγκα ή Σολούν ή SKG, που τη νιώθουμε να πάλλεται κάτω από τις σόλες των εφήβων και των νέων, που άλλοτε σουλατσάρουν σε αυτήν σαν άρχοντες και άλλοτε τρέχουν στα στενά της σαν τρομαγμένα σκυλιά.
Γιατί αποστρεφόταν ο Στέφαν Τσβάιχ τους σύγχρονους χορούς, τον κινηματογράφο και το ραδιόφωνο; Πού συναντιώνται οι φόβοι για ομογενοποίηση στα χρόνια της παρακμής της αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας με τις σημερινές εθνικιστικές τάσεις; Οι ανησυχίες που δημιουργεί η παγκοσμιοποίηση, ή η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έχουν αληθινές βάσεις και δεν πρέπει να υποτιμούνται από τις ελίτ ή τους κοσμοπολίτες διανοούμενους. Αλλά όπως και στα χρόνια του Τσβάιχ, έτσι και σήμερα, ο εθνικισμός δεν είναι λύση αλλά καταστροφή.
Μιλάμε για το βιβλίο του καθηγητή Νίκου Παναγιωτόπουλου, «Μάθε, παιδί μου, γράμματα» (εκδ. Πεδίο), συνοπτική παρουσίαση της μεγάλης έρευνας «Παιδί και ανάγνωση». Θα βρούμε σχεδιαγράμματα, πίτες, θα δούμε πώς συσχετίζεται η οικονομική κατάσταση των γονιών με το πόσο και πώς διαβάζει ένα παιδί, αν σχετίζεται ή όχι το επάγγελμά τους, πόση σημασία έχει αν ζουν στην Αθήνα ή στην περιφέρεια, σε συνοικία όπου παράγονται προϊόντα πολιτισμικού κεφαλαίου ή όχι. Σημαντικό: θα βρούμε μια σειρά από συμβουλές που θα συνδράμουν «στη δημιουργία του γούστου της ανάγνωσης στα παιδιά».
Σε μια ανθρωπότητα 8 δισεκατομμυρίων με τεράστιες ενεργειακές ανάγκες τις οποίες ο ψηφιακός κόσμος αυξάνει, το να αρνείσαι τη μοναδική λύση που μπορεί να δώσει άφθονη, φτηνή και πρακτικά ακίνδυνη ενέργεια, είναι σκέτος παραλογισμός. Είπα, ακίνδυνη; Μα, φυσικά. Οι θάνατοι από πυρηνικά ατυχήματα, δεκαετίες τώρα, δεν συγκρίνονται ούτε με τους θανάτους από ατυχήματα στο σπίτι μέσα σε έναν μήνα. Είναι, πρακτικά, ελάχιστοι. Τι άλλο να πω; Διαβάστε το βιβλίο, «Ένας κόσμος χωρίς τέλος», και ή θα πειστείτε ή όχι. Σε κάθε περίπτωση, θα το διασκεδάσετε, γιατί είναι ένα γκράφικ νόβελ ευφυέστατο και εμπνευσμένο.
Η Μαντάμ Μποβαρί είναι η ιστορία μιας γυναίκας που τσακίστηκε πάνω στα κοινωνικά και ηθικά όρια που της επέβαλε η εποχή της, τα οποία προσπάθησε να υπερβεί. Ο Γκιστάβ Φλομπέρ δεν γράφει όμως για να δικαιώσει ή να καταγγείλει, αλλά για να καταδείξει. Τον ενδιαφέρουν, εκτός από την ψυχολογία της ηρωίδας του, πολλά άλλα πράγματα, εξού και ο υπότιτλος «Ήθη της επαρχίας». Μια φράση του μας λέει πολλά: «Η καημένη μου η Μποβαρί» γράφει κάπου, «υποφέρει και θρηνεί σε είκοσι χωριά της Γαλλίας συγχρόνως, ετούτη την ώρα».
Το σκάφος που λέγεται «ανθρωπότητα στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης» έχει απογειωθεί προς άγνωστη κατεύθυνση και στο πιλοτήριο είτε δεν βρίσκεται κανείς είτε βρίσκονται τόσοι πολλοί ταυτόχρονα ώστε το σκάφος να κινείται πρακτικά ακυβέρνητο. Απ’ όσα κατάλαβα διαβάζοντας το κατατοπιστικό βιβλίο του Γιώργου Χατζηβασιλείου «Η φιλοσοφία της Τεχνητής Νοημοσύνης» (εκδ. Διόπτρα), η ταχύτητα των αλλαγών ίσως ξεπερνά πλέον την ικανότητά μας να τις κατανοήσουμε, πόσο μάλλον να τις ελέγξουμε. Είναι ένα σημείο καμπής δίχως προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία.
Αν το κριτήριο ήταν η θεματική τόλμη, η ΜακΚάλλερς θα αναδεικνυόταν η πρωτοπόρος της μεταπολεμικής Αμερικανικής πεζογραφίας. Τι να θυμηθούμε; Το παράταιρο και τόσο συγκινητικό ζευγάρι του κωφάλαλου Σίνγκερ με τον ημίτρελο, Έλληνα, Σπύρο Αντωνόπουλο, στο Η καρδιά κυνηγάει μονάχη; Ή τον αντισυμβατικό έρωτα της Αμέλια με τον νάνο και καμπούρη εξάδερφο Λάιμον, και το δικό του πάθος για τον μοχθηρό Μάρβιν, στην Μπαλάντα του θλιμμένου καφενείου; Εδώ, στο Ανταύγειες σε χρυσά μάτια, το ταμπού είναι πιο ζόρικο: Ο κεντρικός ήρωας είναι στρατιωτικός και γκέι. Στη δεκαετία του 30, στον Νότο...
Η Μπουζάροφσκα είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, αφού ακόμη και η οικογενειακή ιστορία απηχεί τις βαθιές και περίπλοκες σχέσεις μας με το γειτονικό κράτος. Η μητέρα της είναι Ελληνίδα, όπως και μια θεία της, καταξιωμένη συγγραφέας. Η ίδια έχει λουστεί ποικιλοτρόπως το ντελίριο συμπατριωτών μας «Μακεδονομάχων», κάθε φορά που ερχόταν στη χώρα μας – που είναι και χώρα της. Αυτή η διάσταση στην ταυτότητά της αφήνει μικρό αποτύπωμα στη συγκεκριμένη συλλογή, αλλά ίσως εξηγεί εν μέρει γιατί άγγιξε τόσο πολύ το ελληνικό κοινό: Διηγήματα από εντελώς άγνωστη συγγραφέα, και μάλιστα από την «ακατανόμαστη» χώρα του βορρά μας, και να γίνονται μπεστ σέλερ, δεν είναι κάτι αναμενόμενο ή σύνηθες. Πώς εξηγείται;
Διαβάζοντας τη Φάρσα σήμερα δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι είναι γραμμένη από γυναίκα, με ηρωίδες γυναίκες, στο μυαλό των οποίων θάλλουν πολλές άλλες γυναίκες, που γελοιοποιούν την πατριαρχία, κι ας επιθυμούν άντρες. Είναι ένας φεμινισμός ανατρεπτικός και γελαστικός, καθόλου βλοσυρός και καταγγελτικός: δεν ζητάει, δεν εκλιπαρεί, αλλά κάνει πράξη αυτό που θέλει. Αυτή η επιτελεστική διάσταση, αυτό που κάνει δηλαδή κι όχι αυτό που λέει το μυθιστόρημα, το φέρνει κοντά στις πλέον ριζοσπαστικές φωνές της γυναικείας εμπειρίας σήμερα. Απόσπασμα από το βιβλίο διαβάζει η συγγραφέας.
Το Poor things είναι ένα παιγνιώδες και πολύτροπο μυθιστόρημα του 1992, που συζητήθηκε πολύ στη μεγάλη Βρετανία, λαμβάνοντας και δύο βραβεία. Ο συγγραφέας του, Άλισντερ Γκρέι (1934), πέθανε πριν από τέσσερα χρόνια, χωρίς να προλάβει να δει το έργο του να μεταφέρεται στο σινεμά, με χολιγουντιανές προδιαγραφές, από έναν από τους πιο πρωτότυπους σκηνοθέτες της εποχής μας, τον Γιώργο Λάνθιμο. Σε αυτές τις περιπτώσεις οι συγκρίσεις ανάμεσα στο βιβλίο και στην ταινία δίνουν και παίρνουν, εστιάζοντας κυρίως στις διαφορές, ενώ μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει το ερώτημα: Μπορεί ένα καλό μυθιστόρημα να μεταφερθεί στον κινηματογράφο χωρίς να χάσει την ψυχή του;
Ο Ζοrμπάς, το γκράφικ νόβελ του Soloúp, μια νέα ανάγνωση του αριστουργήματος του Νίκου Καζαντζάκη «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», είναι ένα πληρέστατο έργο αφηγηματικής και εικαστικής τέχνης το οποίο αγγίζει κορυφές απάτητες μέχρι σήμερα στη χώρα μας. Μας καλεί να το ανακαλύψουμε, είτε είμαστε έφηβοι που κάνουμε τα πρώτα μας βήματα στο έργο του σπουδαίου συγγραφέα είτε έχουμε ήδη εντρυφήσει σε αυτό. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα, σε μια έκδοση εξαιρετικής ποιότητας, όπως πλέον και όλο το έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Αποσπάσματα διαβάζει ο Στέλιος Μάινας.
Οι Χαμένες μας καρδιές (εκδ. Μεταίχμιο) είναι μια πολιτική αλληγορία για τις απειλές που αντιμετωπίζουν οι δημοκρατίες μας, καθώς τα μισαλλόδοξα και ξενοφοβικά αισθήματα βρίσκουν ισχυρή πολιτική έκφραση. Είναι όμως κι ένα βιβλίο για τους βαθείς οικογενειακούς δεσμούς, για το πέρασμα από την ηλικία της αθωότητας στην ηλικία της γνώσης και της υπευθυνότητας. Είναι ένα μυθιστόρημα μαχητικό και αφυπνιστικό, που μας τοποθετεί απέναντι στον καθρέφτη μας, και μας κάνει να αναρωτηθούμε για το τι είδους κοινωνία θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας. Αποσπάσματα διαβάζει ο Στέλιος Μάινας.
Το Χρυσό Σημειωματάριο είναι ένα μυθιστόρημα χιλίων σελίδων: φιλόδοξο, πολυδιάστατο, πρωτοποριακό. Διαβάστηκε πρωτίστως ως φεμινιστικό μανιφέστο, ως μεγάλη αφήγηση της γυναικείας εμπειρίας, υποβαθμίζοντας άλλες σημαντικές πλευρές του. Και πράγματι: δύο γυναίκες βρίσκονται στον πυρήνα αυτού του μυθιστορήματος: Το διακύβευμα της χειραφέτησής τους σε έναν κόσμο πατριαρχικό, ως γυναίκες αλλά και ως πολιτικά όντα, είναι κεντρικό. Μα η Λέσινγκ δεν περιορίζεται στο να καταγράφει: Αγγίζει αλήθειες βαθιές και επώδυνες που είναι ενεργές ακόμη και σήμερα, μια και η ελευθερία από καλούπια σκέψης είναι πάντα ζητούμενο, όποιο κι αν το τίμημα. Αποσπάσματα από το βιβλίο διαβάζει η Γωγώ Μπρέμπου.
Η Καμπάνα (εκδ. Διόπτρα), ένα καλά δομημένο μυθιστόρημα του 1958, διαβάζεται σήμερα σαν βιβλίο του καιρού μας. Τα ζητήματα που θίγει, για το πώς μπορεί κανείς να αναζητήσει πνευματικότητα σε έναν κόσμο με ή χωρίς Θεό, σε συνδυασμό με προβληματισμούς για τις ερωτικές σχέσεις, τον γάμο και την ελευθερία, το καθιστούν ένα ανάγνωσμα σύγχρονο και απολαυστικό. Η ηρωίδα, όπως πολλές σύγχρονες γυναίκες, αγωνίζεται να βρει τη θέση της δίπλα σε έναν άντρα που δεν μοιάζει διατεθειμένος να δει τον κόσμο μέσα και από τα δικά της μάτια. Η ανακάλυψη της Μέρντοχ από μια νεότερη γενιά αναγνωστών είναι γεγονός, και πιστεύω ότι θα έχει μέλλον.
Όπως ακριβώς και το αντικείμενό του, ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος, ένα πολυγεγονός τεράστιου εύρους που διαφεύγει της δυνατότητας του ανθρώπου να το συλλάβει και να το περιγράψει, έτσι και οι Εφιαλτικές Νύχτες του Σουηδού Πέτερ Ένγκλουντ είναι ένα βιβλίο δυσπερίγραπτο, που ενδεχομένως, ως εγχείρημα, να μην έχει και προηγούμενο. Πρόκειται για μια νέα ματιά στην Ιστορία, που συνδυάζει την αυστηρότητα της ιστορικής επιστήμης με τη δυνατότητα του μυθιστορήματος να ζωντανεύει τον αφηγούμενο κόσμο, να μας κάνει μέρος του, να προκαλεί τη βαθύτερη κατανόηση και ενσυναίσθηση. Αποσπάσματα διαβάζει ο Στέλιος Μάινας.
Ένα ευσύνοπτο μυθιστόρημα, μια βαθύπνοη ερωτική ιστορία, σημασιοδοτεί την επιστροφή ενός από τους σημαντικότερους εν ζωή συγγραφείς. Ο Πολωνός (εκδ. Διόπτρα), του νομπελίστα Τζον Μάξγουελ Κούτσι, είναι ένα μικρό κομψοτέχνημα, βγαλμένο από το σίγουρο χέρι ενός μετρ της γραφής. Είναι μια απρόσμενη ερωτική περιπέτεια, μεγάλο μέρος της οποίας (το σημαντικότερο ίσως) κορυφώνεται σπαρακτικά έξω από τις σελίδες του βιβλίου, έξω κι από την ίδια την ιστορία. Το φαινομενικά απλό, παγωμένο ύφος του συγγραφέα, κρύβει μέσα του τη λάβα μιας λογοτεχνίας υψηλής στόχευσης που δεν εξαντλείται στα τεχνάσματά της. Αποσπάσματα από το βιβλίο διαβάζει η Γωγώ Μπρέμπου.
loading